- διέτρησαν
- διατετραίνωbore throughaor ind act 3rd pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αρτσιπένκο, Αλεξάντρ — (Alexander Archipenko,Κίεβο 1887 – Νέα Υόρκη 1964). Αμερικανός γλύπτης, ρωσικής καταγωγής. Υπήρξε, μαζί με τον Λιψίτς, τον Αρπ, τον Μπρανκούζι, τον Γκονζάλες και τον Λοράνς, ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης γλυπτικής. Η πρωτοτυπία της… … Dictionary of Greek